Σχετικά άρθρα
ΑΜΦΙΤΡΥΩΝ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μιχάλης Ταμπούκας |
Τρίτη, 07 Αύγουστος 2012 20:41 |
Αμφιτρύων του Μολιέρου
Εν αρχή ην ο λόγος. Το Θέατρο είναι ο ηθοποιός. Στο μακραίωνο ταξίδι του, ο περιπλανώμενος θίασος έστησε αναρίθμητες φορές πάνω σε αρχαία ερείπια την –από κάθε άποψη– σκηνή της commedia dell’ arte (κωμωδίας της τέχνης) της ζωής, που αντικατοπτρίζεται στις πολύμορφες διαστάσεις του ειδώλου στο παλκοσένικο. Ο θεατής (μα)γεύεται (από) τους καρπούς μιας «μίμησης πράξεως σπουδαίας και τελείας» που ο ηθοποιός μοιράζεται μαζί του και η ατέρμονη διαδρομή των αναπάντητων ερωτημάτων συνεχίζεται στη μέθεξη της κάθε –θεατρικής (και όχι μόνο)– στιγμής. Οι καλλιτέχνες ενίοτε κομίζουν «θεϊκά» το λόγο της σκηνικής πράξης και το κοινό (αντι)δρά αναλόγως ως προς το πέραν από εμάς που μας καθορίζει στην καθηλωτικά συναρπαστική έκφραση του ανείπωτου. Στην αρχαία Ελλάδα οι θεοί ήταν «ανθρωπόμορφοι και ανθρωποπαθείς», ενώ η ανθρώπινη μορφή που αποτυπώνονταν στα είδωλα είτε θεών είτε ανθρώπων, στόχευε στην εξιδανίκευση του περιεχομένου της μέσω του φαινομενικού «κάλλους» της παρουσίασής της σε αυτά. Συνεπώς, προ Χριστιανισμού και κατά την προσμονή του από τους Έλληνες με το «βωμό προς τον άγνωστο θεό», οι θεοί γίνονταν «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» των θνητών μερικές φορές μάλιστα κατά βούληση με συγκεκριμένο σκοπό. Ενδεχομένως λοιπόν οι άνθρωποι κατά κάποιον τρόπο αντιμετωπίζανε τη συνειδητοποίηση των επιλογών τους σε μία διαδικασία επίγνωσης αδυναμιών και λαθών μέσω αυτής της προσομοίωσης, η οποία ενέπνευσε επίσης ανεξάντλητα οργανικά και δραματουργικά στοιχεία στην ποιητική του θεάτρου.
Στον «Αμφιτρύωνα» του Μολιέρου, ο Δίας παίρνει τη μορφή του στρατηγού του τίτλου προκειμένου να κάνει έρωτα με τη γυναίκα του, την Αλκμήνη. Καθώς λοιπόν ο στρατηγός θέλει να τιμήσει τους θεούς με την «ένδοξη νίκη» του, ο πατέρας των θεών τον «τιμάει» καθώς του «χαρίζει» με αυτή του την πράξη τον ημίθεο γιο Ηρακλή, εκμεταλλευόμενος τον πόθο της νιόπαντρης συζύγου. Κοινώς μια κάθε άλλο παρά ηρωική πρωτοβουλία, μια πολιτικάντικη ενέργεια παντελώς υστερόβουλη και ύπουλη, ακριβώς στον αντίποδα του ήρωα Αμφιτρύωνα: ο θεός που δανείζεται ως προσωπείο το πρόσωπο του ανθρώπου για να αποκτήσει –έστω και πρόσκαιρα– ό,τι έχει εκείνος. Σαν ένας ψυχοπαθής «ηθοποιός» που δεν είναι διατεθειμένος να διακρίνει τα όρια μεταξύ ρόλου και πραγματικότητας, γι’ αυτό και τα καπηλεύεται. Το εξής ένας θεός αρχαίος όσο η ανθρώπινη κενότητα και ο φαύλος κύκλος των παθών της, που σμιλεύει πάνω του ό,τι μορφή του καπνίσει, για να κλέψει έστω μια στάλα από ό,τι τον θέλγει στην κτήση του περιεχομένου της. Ένας ανασφαλής θύτης και ασφαλές θύμα του εαυτού του στη μικρότητα που δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει την ύπαρξή της. Για να παρατείνει δε την ηδονή του και την απουσία του Αμφιτρύωνα, στήνει μια ολόκληρη πλεκτάνη όπου ο «συνένοχός» του Ερμής ζητάει από τη Νύχτα να υφάνει μεγαλύτερο ιστό, πάνω στον οποίο θα πιαστούν τα παίγνια των «θείων» επιδιώξεων. Ο εξαιρετικός Νίκος Κουρής υποδύεται με σαρωτική ψυχραιμία «δαιμονίου» τον Δία που σαγηνεύει την Αλκμήνη δανειζόμενος μία αλλότρια εικόνα και ρισκάροντας έτσι την αλλοτρίωση της αυθεντικής. Η θεσπέσια Αμαλία Μουτούση, ευφυής και αισθαντική, «κεντάει» με αριστοτεχνική φινέτσα στην Αλκμήνη την πορσελάνη που ραγίζει από την αμφισημία του δανεικού καθρέφτη. Καταλυτικός «κομπέρ» της Ολύμπιας διοργάνωσης στη γήινη θυμέλη, ο εκπληκτικός Χρήστος Λούλης ως Ερμής κινητοποιεί το πανηγύρι των ισορροπιών σύμφωνα με το καθήκον του αγγελιοφόρου αλλά και του προστάτη των κλεφτών και των τυχερών παιχνιδιών, άλλο πόσο όταν εκπληρώνει την πατρική του επιταγή. Η Στεφανία Γουλιώτη ως Νύχτα, γοητευτικά απολαυστική αρχόντισσα του ζόφου, ανοίγει το βιβλίο της από το οποίο υποβάλλει τα ακούσια και εκούσια κίνητρα στα μηχανικά ανδρείκελα της παραζάλης σε τούτο το θέ(α)μα των αντανακλάσεων εικόνων και ήχων, σαλτιμπάγκους του υποβολείου της στο γαϊτανάκι των παθών και των παρεξηγήσεων που συνεπάγονται. Όταν διαλύεται ο σκηνικός μηχανισμός του βάθρου της, η Νύχτα συνεχίζει το έργο της στα σπαράγματα της αναζήτησης της αλήθειας (α + λήθη) των τσιρκολάνων που μετεωρίζονται στο σκοτάδι όπου ελλοχεύει ο άγνωστος «ξένος». Στα ερείπια της διάλυσης, μετά το γκρέμισμα και την αποκαθήλωση ο Αμφιτρύων θα ψάξει για τα όπλα του στα κομμάτια του μετάλλου της σαιξπηρικής δαντέλας του αριστοφανικού όσο και ευριπίδειου λόγου του Μολιέρου. Με τον οίστρο του πάθους και την ευαισθησία (ευ + αίσθηση) της γνώσης του, ο Λευτέρης Βογιατζής φωτίζει μοναδικά και ανεπανάληπτα ετούτο το πικρό μπουλβάρ ενός ακάματου μπουλουκιού που περνώντας από τον Πλαύτο, από όπου ο Μολιέρος άντλησε τη μυθοπλαστική βάση στην ποικιλόμορφη αλληλοτροφοδοσία της –κάθε– τέχνης, επιστρέφει στη ρίζα του στην Επίδαυρο μετά –και μέσα– από την εμπειρία του στην Comédie–Française, στον –αρχικά «βωβό»– κινηματογράφο και σε κάθε περίπτωση, σε κάθε μορφής σκηνή.
Ο Γιώργος Γάλλος, ένας σπουδαίος καλλιτέχνης της υποκριτικής, ως Αμφιτρύων είναι αποκαλυπτικός, όπως και οι δύο μεγάλοι ηθοποιοί που επωμίζονται την αντίστοιχη τραγικωμική (κ)όψη της κλοουνερί στη μαριονεττική φάρσα του ζεύγους Σωσία–Κλεάνθης: ο Δημήτρης Ήμελλος και η Εύη Σαουλίδου. Οι αστείρευτα γόνιμές τους υποδύσεις μεγέθους, εύφορα άμεσες, ιδιοφυώς πολύπτυχες και ξεκαρδιστικά αστείες, απολύτως αντιπροσωπευτικές της συγκλονιστικής λιτότητας ουσίας του ερμηνευτικού τους πλουραλισμού, απογειώνουν ευφρόσυνα τη συνύφανση των ποιοτήτων ετούτης της αριστουργηματικής παράστασης -αν μη τι άλλο μακράν άξιας παρουσίασης και σε διεθνές επίπεδο- στην έξοχη σύμπνοια όλων των συντελεστών της. Από την αυτοπεποίθηση του ηγέτη στον αποπροσανατολισμό του αναρωτώμενου για την ταυτότητά του και σε άρτια αντίστιξη «ήρεμων δυνάμεων» με τον ευφυώς μακάρια εξουσιαστικό Δία–Κουρή, ο Γιώργος Γάλλος δίνει με εξαίσιο μέτρο αποχρώσεων τις διακυμάνσεις των μεταπτώσεων του Αμφιτρύωνα σε μία εύφορη και παλλόμενη υπόκριση εντελώς εξαίρετης κλάσεως. Ενδεικτικά αναφέρω επίσης και την έξοχη πινελιά αλά Σταν Λώρελ (ο ιδιοφυής δημιουργός –και σκηνοθέτης ιστοριών– των «Λώρελ και Χάρντυ», τουτέστιν «ελληνιστί» ο «Λιγνός» του εκπληκτικού κωμικού ντουέτου «Χονδρός–Λιγνός») στο βραχυκύκλωμα της αποδιοργάνωσής του ως ευεπίφορο έρμαιο την απώλειας του εαυτού του με την οποία τον απειλεί ο «Ξέν(ι)ος» Ζευς, πριν από τον επαναπροσδιορισμό του συστήματος των αξιών του.
Θαυμάσιοι στρατηγοί στην αυλή του Αμφιτρύωνα με αμεσότητα και χιούμορ στέρεου θεατρικού ήθους, ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης, ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, ο Ανδρέας Κωνσταντίνου, ο Χάρης Φραγκούλης, ο Νικόλας Χανακούλας και ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, που το έκτακτο γκελ του θυμίζει κάτι από τους αξέχαστους Χριστόφορο Νέζερ και Χρήστο Ευθυμίου, οι οποίοι μεταξύ άλλων είχαν τιμηθεί με το Μέγα Μετάλλιο Ακαδημαϊκών Δαφνών της Γαλλικής Δημοκρατίας στην Κομεντί–Φρανσαίζ για ερμηνείες τους σε έργα του Μολιέρου. Η μουσική σύνθεση του Δημήτρη Καμαρωτού –με τη συμβολή και των επί σκηνής μικρών ινδικών ακορντεόν σρούτι–, και η κίνηση των ηθοποιών από τον Ερμή Μαλκότση, είναι δύο ιδιαίτερα αξιοσημείωτα επιτεύγματα αναφορικά με την καλλιτεχνική συν–δημιουργία στην πεμπτουσία της θεατρικής πράξης. Καθώς χαμηλώνουν οι υπέροχοι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου και η κοφτερή μετάφραση του μολιερικού κειμένου από την Χρύσα Προκοπάκη πλησιάζει στις τελευταίες γραμμές της, πλάτη στον Δία ο Αμφιτρύων κάθεται μπροστά από την αυλαία και λίγο πιο πίσω του στέκεται ο Σωσίας. Ο Γιώργος Γάλλος με το χαμογελαστό προσωπείο του παλιάτσου και ο Δημήτρης Ήμελλος με το αντεστραμμένο του. Σαν μια αντανάκλαση σε νερά που ξαναβρίσκουν την ηρεμία στην επιφάνειά τους πάνω από το βυθό που έχει ταραχθεί. Πίσω από το συνταρακτικό ημίφως του σκηνικού της Εύας Μανιδάκη, τα κοστούμια του Άγγελου Μέντη απομακρύνονται με τους θεατρίνους της ακροβασίας του Χορού, αφήνοντας τη μεθυστική τους αύρα σε αυτό που δεν τελειώνει στο μαγικό απόηχο μουσικών εξαίσιων ενός αόρατου θιάσου. Γιατί η μαγεία δεν περιγράφεται. Μόνο βιώνεται.
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη
Παίζουν:
Αλκμήνη: Αμαλία Μουτούση Αμφιτρύων: Γιώργος Γάλλος Δίας: Νίκος Κουρής Σωσίας: Δημήτρης Ήμελλος Ερμής: Χρήστος Λούλης Κλεάνθη: Εύη Σαουλίδου Νύχτα: Στεφανία Γουλιώτη Στρατηγοί: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης Κωνσταντίνος Ασπιώτης Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος Ανδρέας Κωνσταντίνου Χάρης Φραγκούλης Νικόλας Χανακούλας Πρεμιέρα: Σάββατο 4 Αυγούστου 2012 Υπόλοιπες προγραμματισμένες παραστάσεις 10 Αυγούστου, Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, Καβάλα
|
Τελευταία Ενημέρωση στις Τετάρτη, 08 Αύγουστος 2012 19:08 |