Σχετικά άρθρα
ΙΠΠΕΙΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Παρασκευή, 23 Ιούλιος 2021 09:43 |
Ιππείς του Αριστοφάνη Η κατεξοχήν πολιτική και επίκαιρη κωμωδία του Αριστοφάνη «Ιππείς» διδάχτηκε το 424 π. X. και εκτός από το πρώτο βραβείο που κέρδισε στα Λήναια, ήταν και το πρώτο έργο που έφερε την υπογραφή του Αριστοφάνη στη σκηνοθεσία. Ιππείς σημαίνει, βέβαια, «καβαλάρηδες», όμως στις ελληνικές πόλεις το ιππικό στρατολογούσε άνδρες από τις ευπορότερες τάξεις, διότι αυτές μπορούσαν να συντηρήσουν άλογα. Ο μέσος Αθηναίος αντίκριζε τους «ιππείς», όπως βλέπουμε σήμερα τους αξιωματικούς στρατού κι όχι σαν απλούς πολίτες. Στόχος του ήταν η διακωμώδηση των διεφθαρμένων πολιτικών και αποτελεί την πιο ωμή πολιτική κωμωδία του. Έργο αλληγορικό με συμβολισμούς, σύγχρονο όσο ποτέ, θεμελιώνει την άποψη πως, όταν σε μια πολιτεία κυριαρχήσει η απάτη, η εξαγορά, η φαυλότητα, η αναξιοκρατία, το ψέμα, η παραπλάνηση, μόνο με τα ίδια μέσα μπορεί να αντιμετωπιστεί η διαφθορά. Ο Αριστοφάνης δηλώνει την αποστροφή του για τον δημαγωγό Κλέωνα, Παφλαγόνα στο έργο, που μετά τον Περικλή κατείχε την εξουσία στην πόλη της Αθήνας τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου. Για να χτυπήσει τον φαύλο Κλέωνα, ο ποιητής εφευρίσκει έναν φαυλότερο, ο οποίος και κατατροπώνει τον δημαγωγό. Το κείμενο, καθαρά πολιτικό, καυτηριάζει την κακοδιαχείριση και τις ατασθαλίες της εξουσίας που οδηγούν τη χώρα στην παρακμή, την εξαθλίωση και το μαρασμό και προειδοποιεί τους πολίτες κάθε εποχής για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στα θεμέλια της Δημοκρατίας. Οι Ιππείς δεν είναι το καλύτερο έργο του Αριστοφάνη. Ούτε το ποιητικότερο. Αποτελεί, όμως, τον αδυσώπητο λίβελο του νεαρού κωμωδιογράφου– γράφτηκε όταν ο Αριστοφάνης ήταν περίπου 26 ετών-που στηλιτεύει αμείλικτα την πολιτική κατάσταση των δραματικών εκείνων χρόνων και καταφέρεται απροκάλυπτα ενάντια στον δημαγωγό Κλέωνα. Και το κάνει οργισμένος με τον τρόπο του φαύλου πολιτικού: «ξεπέφτει στο επίπεδο της αγοράς, του όχλου και της πολιτικής χυδαιότητας, καθώς πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος για να πολεμήσει τον δημαγωγό της λαοσύναξης ήταν να γίνει κι ο ίδιος ένας δημαγωγός της σκηνής». Υπόθεση Ο Δήμος ο Πυκνίτης (ο λαός της Αθήνας) έχει δύο υπηρέτες: τον Δημοσθένη και τον Νικία– τους γνωστούς πολιτικούς και στρατηγούς- που προσπαθούν να προσφέρουν με τις υπηρεσίες τους, ότι καλύτερο στο Δήλο- Λαό. Έχει προσλάβει όμως κι έναν άλλον υπηρέτη, τον Παφλαγόνα, που γίνεται ευνοούμενος του και τρομοκρατεί το υπόλοιπο προσωπικό με τρόπο βάναυσο και χυδαίο. Ο γερό – Δήμος, δυστυχώς, υποκύπτει στις κολακείες και τις δημαγωγίες αυτού του φαύλου -Παφλαγόνα που δεν είναι άλλος από τον παντοδύναμο πολιτικό και στρατηγό Κλέωνα. Οι δύο άλλοι υπηρέτες κατορθώνουν και πληροφορούνται με υποκλοπές πως οι χρησμοί προφητεύουν ότι ο Παφλαγόνας θα εκτοπιστεί μόνο από ένα ταπεινό αλλαντοπώλη, οι υπηρέτες εύχονται να εμφανιστεί αυτός ο αλλαντοπώλης – που όντως εμφανίζεται – και τον πείθουν, ότι με συμμάχους του Ιππείς, μπορεί να αντιπαραταχθεί στο ισχυρό Παφλαγόνα και να τον νικήσει. Ακολουθεί μια σειρά αντιπαραθέσεων, όπου οι δύο αντίπαλοι ανταλλάσσουν χυδαίες ύβρεις και ανταγωνίζονται σε φαυλότητα και στην πορεία, καταλήγουν μπροστά στο Γέρο Δήμο να αναπτύσσουν τα 'πολιτικά' τους σχέδια και το πρόγραμμά τους. Ο αγράμματος αλλαντοπώλης αναδεικνύεται έξοχος δημαγωγός και ξεπερνάει σε κολακείες τον Παφλαγόνα- Κλέωνα. Εκείνος ηττημένος εγκαταλείπει τον οίκο του Δήμου, ο νέος υπηρέτης του Λαού με μαγικά φίλτρα, επαναφέρει στην ομαλότητα τον Δήμο και το έργο τελειώνει με χαρές και πανηγύρια ώσπου να φανεί ο νέος Σωτήρας του Λαού. Η παράσταση Οι Ιππείς του Εθνικού σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου είναι, θαρρείς, στημένη στο πόδι, χωρίς να κομίζει μια νέα, πρωτότυπη ανάγνωση. Η μετάφραση του Σωτήρη Κακίση και η σκηνοθεσία άφησαν ανεκμετάλλευτη αυτή τη δυνατότητα. Οι παρεμβάσεις στο κείμενο, δεν πρόσφεραν ούτε επικαιρική εμβέλεια ούτε κωμική νοστιμιά. Ο πηγαίος κωμικός οίστρος και η σκηνική ελαφράδα, έλειψε σκηνοθετικά, σκηνογραφικά, ενδυματολογικά, μουσικά, χορογραφικά, αλλά και ερμηνευτικά. Κυρίαρχο οπτικό στοιχείο δεν υπάρχει. Σ’ ένα σκηνικό σχολικής παράστασης, στήθηκαν περιμετρικά της ορχήστρας πλάγιοι ίπποι ενόργανης γυμναστικής, απαξιώθηκε παντελώς η Θυμέλη, επειδή ο Πάνος Μουζουράκης, ως Δημοσθένης, δεν είχε ούτε το σθένος να στηρίξει τον ρόλο ούτε άρθρωση σωστή για να καταλάβουμε τι ακριβώς έλεγε, μηδενικά δε τα προσόντα υποκριτικής του. Ο Χορός, μάλλον από υποχρέωση βρίσκονταν στο πατάρι του σκηνικού κι όχι από επιθυμία να δείξει ικανό μέγεθος της ύπαρξής του, στο καταγγελτικό έργο. Ωστόσο, δοκιμασμένοι ηθοποιοί στελέχωσαν την ολιγομελή ομάδα και πειθαρχημένα άσκησαν τα καθήκοντά τους στη γραμμή του σκηνοθέτη και χορογράφου της παράστασης. Ένας, ας πούμε, κίονας συμβόλιζε οτιδήποτε αρχέτυπο έλαμψε στο μυαλό του σκηνοθέτη, εντελώς κακότεχνο και στα όρια του κιτς, ενώ τα κοστούμια, υποθέτω, ό,τι υπήρχε στο βεστιάριό του Εθνικού. Μπορεί και να κάνω λάθος, που δεν το νομίζω. Ο Κώστας Κόκλας είναι συμπαθής στο ευρύ κοινό κι όχι άδικα. Διαθέτει μια αγαπητή μανιέρα, η οποία τον έκανε δημοφιλή και στην τηλεόραση και στο θέατρο και δένει όμορφα με όποιον Αριστοφανικό ήρωα, όπως έκανε και με τον Κλέωνα, άρα η επένδυση της κρατικής παραγωγής ήταν σωστή. Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης είναι απολαυστικός όπου τον έχω δει κι εδώ ερμήνευσε τον αλλαντοπώλη με δεξιότητα και μέτρο. Στην ερμηνεία του, ο Αγοράκριτος έρχεται από μια Ελλάδα παροπλισμένη, αμαθή και χυδαία, ωστόσο με πηγαία ευγένεια, λεβεντιά και ντομπροσύνη. Χωρίς αμφιβολία ο Αβαρικιώτης είναι εξαιρετικός ηθοποιός ευρείας γκάμας. Το πολιτικό μήνυμα του έργου- ακόμα κι αν δεν ξεπηδούσαν οι εμβόλιμες στο σώμα του κειμένου αναφορές στη σημερινή διαφθορά, στο ασφαλιστικό, στα γνωστά τσιτάτα πολιτικών- είναι σαφέστατο: ο Αριστοφάνης εντόπισε και μετέτρεψε σε ποιητικό- θεατρικό λόγο, προκλητικά σύγχρονο, το αιώνιο δράμα αυτού του τόπου. Η χειραγώγηση του Δήμου από αχρείους δημαγωγούς δήθεν υπηρέτες του, αλλά και η κάθε άλλο παρά αμελητέα ευθύνη του ίδιου του λαού που παρασύρεται και χειραγωγείται, είναι τελικά η διαχρονική εθνική μάστιγα. Κι αν το 424 π.Χ το κοινό της Αθήνας εν μέσω Πελοποννησιακού Πολέμου έβλεπε ξεκάθαρα στο ρόλο του Παφλαγόνα αποκλειστικά και μόνο τον περίφημο πολεμοχαρή δημαγωγό , το σημερινό κοινό στη δίνη της οικονομικής κρίσης μπορεί κάλλιστα να αποδώσει σε ουκ ολίγα πρόσωπα της πολιτικής σκηνής των τελευταίων δεκαετιών, το ρόλο του Κλέωνα. Τελικά όμως αποχωρεί από την παράσταση με ένα πονηρό χαμόγελο ενώ ακόμα στο μυαλό σιγοηχεί το ουτοπικό τραγούδι του Χορού των Ιππέων στο φινάλε.
Διανομή (αλφαβητικά): Χορός Mέλη (αλφαβητικά) Φωτογράφος παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας |