Σχετικά άρθρα
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΣΑΒΒΙΔΗΣ 2015 |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Παρασκευή, 30 Οκτώβριος 2015 08:28 | |||
Χρήστος Καρασαββίδης
Ο ταλαντούχος και πολυπράγμων Χρήστος, συγγραφέας, ηθοποιός, πρόσφατα και σκηνοθέτης, γεννήθηκε τον Μάρτη του 1988 στον καλλιτεχνικό αστερισμό του Ιχθύος και ξεκίνησε με σπουδές χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά τις οποίες όμως εγκατέλειψε λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος. Πολύ φυσικό αφού η πραγματική του επιθυμία τον ωθούσε προς το σανίδι οπότε και πέρασε στην σχολή του θεάτρου Τέχνης-Κάρολος Κουν ξεκινώντας έτσι μια πορεία που του ταίριαζε γάντι. Έγραψε την «Μαύρη ζάχαρη» ενώ ήταν ακόμα μαθητής στη σχολή και δημιούργησε το 2014 μαζί με συμμαθητές του την θεατρική ομάδα «ΡαΚουν» η οποία με την παράσταση «honeymoon» κέρδισε την πρώτη θέση στον διαγωνισμό «scratch» του Bobfestival, στο Bios. Προηγουμένως είχε συμμετάσχει σαν ηθοποιός στον «Ματωμένο γάμο» του Λόρκα σε σκηνοθεσία της Λένας Κιτσοπούλου στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Υπήρξε ένας από τους νέους θεατρικούς συγγραφείς του Εθνικού θεάτρου με το έργο του «Περσινές βροχές» και είναι μέλος του «Takeover», της ομάδας σχεδιασμού και οργάνωσης του Bios. Φέτος είδαμε την πρώτη του σκηνοθεσία στο «104», στον μονόλογο «Περσινές βροχές» ολοκληρωμένο, με πρωταγωνίστρια την ταλαντούχα επίσης, συμμαθήτριά του Δώρα Παρδάλη.
Μίλησέ μου για τις αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης, στις οποίες εμείς οι Έλληνες ειδικά έχουμε έφεση αφού είμαστε ικανοί να προβούμε σε πράξεις από μεγαλειώδεις ως προδοτικές και καταστρεπτικές. Οι αντιφάσεις είναι εγγεγραμμένες στο γονίδιο του ανθρώπου -είναι κάτι εγγενές. Σε ένα πανανθρώπινο επίπεδο, όσο κι αν το αρνούμαστε, είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που από τη μία γράψαμε την «Αντιγόνη», συνθέσαμε τη «Λίμνη των Κύκνων», ζωγραφίσαμε τους «Χαρτοπαίκτες» κι απ’ την άλλη αιματοκυλίσαμε τον κόσμο και φτιάξαμε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σε μια συνεκδοχή, στη χώρα μας, εμείς που πιστεύουμε πως η τέχνη, η ομορφιά κι αγάπη μπορούν να σώσουν τον κόσμο, είμαστε φτιαγμένοι απ’ το ίδιο υλικό με εκείνους που ψηφίζουν τους φασίστες. Μια χώρα κι ένας κόσμος, που βασίστηκαν στο γεγονός πως το να συμπεριφέρεσαι σαν τη «Σόνια» στο «Θείο Βάνια» του Τσέχωφ και το να είσαι «ποντίκι» στην «Πανούκλα» του Καμύ, είναι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Ο έρωτας, σαν καταλύτης αλλά και σαν διαβατήριο μέσα στον χρόνο, πώς ανατρέπει και πως συνδυάζει τις ανθρώπινες ανάγκες; Όσο ιδεαλιστικό ή ονειροπόλο κι αν ακούγεται ο έρωτας είναι η ζωογόνος δύναμη του πολιτισμού. Η ιδέα πως η συνασπισμένη αγάπη δυο ανθρώπων μπορεί να τους δώσει την ικανότητα να κάνουν θαύματα, η ορμέμφυτη αίσθηση πως όταν είσαι ερωτευμένος νιώθεις πως μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο είναι πράγματα που από τη φύση τους λειτουργούν καταλυτικά. Η ηρωίδα των «Περσινών Βροχών» σε μία μέρα, στην άτυπη κήρυξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, περνάει βιαίως από τα όνειρα της Μπελ Επόκ στη φρίκη της καταστροφής. Ο μόνος τρόπος να πιαστεί από κάπου και να επιζήσει είναι να πιστέψει πως οι έρωτες δεν τελειώνουν τόσο γρήγορα. Έστω κι αν ο αγαπημένος της έχει ήδη φύγει για το Δυτικό Μέτωπο.
Πως εμπνεύστηκες την δραματουργία και γιατί η ηρωίδα και αφηγήτριά σου, είναι μια ηθοποιός; Στην έναρξη του έργου, η ηθοποιός της παράστασης, προσδιορίζεται ως «είμαι η Δώρα, είμαι ηθοποιός και μετά την παράσταση θα βάλω τα allstars μου και θα πάω για ποτά με τους φίλους μου». Αυτό ασφαλώς είναι μια σκηνοθετική οδηγία που έδωσα προκειμένου να σαρκάσουμε τη σύμβαση του θεάτρου -στο κείμενο δεν προσδιορίζω αν και με τι ασχολείται η ηρωίδα-. Στη συνέχεια βεβαίως της έναρξης, μπαίνουμε στο κυρίως έργο όπου σε δευτερόλεπτα, εξαιτίας ασφαλώς και της υποκριτικής δεινότητας της Δώρας Παρδάλη που υποδύεται το χαρακτήρα, μεταμορφώνεται σε μια κοπέλα της Μπελ Επόκ. Η πρόκληση για μας ήταν να καταφέρουμε και σκηνοθετικά από μέρους μου και υποκριτικά από μέρους της ηθοποιού, αυξάνοντας ασφαλώς την υποκριτική δυσκολία σε μεγάλο βαθμό, να μπαινοβγαίνουμε στο ρόλο. Ήταν ένα στοίχημα που αποφασίσαμε να πάρουμε. Όσον αφορά στη δραματουργία, επειδή το κείμενο άπτεται του ποιητικού ρεαλισμού και σε πολλά σημεία έχει ημερολογιακή δομή, έπρεπε να επεξεργαστούμε μια μορφή σκηνικής φόρμας η οποία θα μας επέτρεπε να «καμπυλώνουμε τη ροή του χρόνου» και να διατρέχουμε 25 χρόνια ιστορίας σε μία ώρα.
Έχεις βιώσει δυνατούς έρωτες κι αν ναι με ποιο τρόπο επηρέασαν την ύπαρξή σου; Έχω ζήσει έρωτες που με επηρέασαν, χωρίς όμως να με αλλάξουν -όχι σε βαθμό που να επηρεάσουν και την ύπαρξή μου. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Υπήρξε το κορίτσι του καλοκαιριού, υπήρξε το κορίτσι του κεραυνοβόλου έρωτα, υπήρξε το χαμογελαστό κορίτσι. Υπήρξαν όλες αυτές οι υπέροχες κοπέλες, όλοι αυτοί οι μοναδικοί έρωτες, του οποίους λίγο ως πολύ έχουμε όλοι περάσει. Κάποια στιγμή, στις Περσινές Βροχές, η ηρωίδα λέει κάποιους στίχους του Μπρεχτ: «Εσύ ρωτάς τί απόγινε ο έρωτας εκείνος. Αυτό σου λέω: εγώ δεν τον θυμάμαι πια, όμως το τί θα σκέφτεσαι γνωρίζω· ας μη θυμάμαι πια το πρόσωπό σου, θυμάμαι μόνο πως το φίλησα μια μέρα». Λοιπόν, αν αυτός δεν είναι μεγάλος έρωτας, τότε δεν ξέρω ποιός είναι.
Ποιες είναι κατά την γνώμη σου οι επιπτώσεις θετικές κι αρνητικές της κρίσης, στο Θέατρο; Σε μια κοινωνία που μαστίζεται από χίλια δυο προβλήματα, οικονομικά κι ηθικά, το θέατρο ασφαλώς δεν μπορεί να μένει αλώβητο. Έχουν σχηματιστεί ωραίες νέες ομάδες που δημιουργούν πολλές φορές όχι μόνο μη βγάζοντας κέρδος αλλά μπαίνοντας μέσα. Μπορεί σε περιόδους κρίσης η τέχνη να αποτελεί μια διέξοδο για τον κόσμο, όμως τα οικονομικά προβλήματα που έχουν πνίξει όλους μας αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια να γεμίζουν τα θέατρα. Το βασικό πρόβλημα, όμως, είναι αυτή η αισχρή απαξίωση των ηθοποιών, των σκηνοθετών, των καλλιτεχνών γενικώς. Όταν οι ηθοποιοί αντιμετωπιζόμαστε ως χομπίστες που κάνουν το ψώνιο τους κι όχι ως επαγγελματίες που το έχουμε σπουδάσει και πεθαίνουμε στη δουλειά για να κάνουμε μια παράσταση, που κάνουμε πρόβες απλήρωτοι κι αυτό θεωρείται αυτονόητο πλέον, που παίζουμε για ελάχιστα χρήματα, όταν το θέατρο συλλήβδην έχει πλέον απαξιωθεί, πώς μπορούμε να μη μιλήσουμε για σχεδόν απάνθρωπες συνθήκες. Ευτυχώς, όμως, η κρίση έχει δημιουργήσει τις συνθήκες για να ξεχωρίσουν οι καλλιτέχνες που πράγματι αγαπούν τη δουλειά τους από εκείνους που απλώς το θεώρησαν μια επιλογή.
Πως βλέπεις στον θεατρικό χώρο τα προβλήματα παραγωγής αλλά και εύρεσης χώρου; Νομίζω πως το πρόβλημα εύρεσης χώρου είναι μεν μεγάλο αλλά αντιμετωπίσιμο, υπό την έννοια πως αφενός υπάρχουν αρκετοί αξιόλογοι χώροι διαθέσιμοι στην Αθήνα, αφετέρου ακόμα και τα πιο γνωστά και θεωρητικά, για τους ανθρώπους που ξεκινούν τώρα, δυσπρόσιτα θέατρα ή μάλλον ιδίως αυτά είναι που διατίθενται να ακούσουν και να αξιολογήσουν προτάσεις που έχουν να πουν κάτι προκειμένου να διαθέσουν τους χώρους τους. Από την άλλη το θέμα της παραγωγής είναι, όπως ήταν πάντα, μία από τις μεγαλύτερες -αν όχι η μεγαλύτερη- δυσκολίες στο δρόμο για να πραγματοποιηθεί μια παράσταση. Οπότε οι δρόμοι είναι δύο: είτε με μικρές σχεδόν μηδενικές παραγωγές μέσω μη κερδοσκοπικών εταιριών που μπορούν ομάδες να ιδρύσουν είτε μέσω της πρότασης σε μια μεγάλη εταιρία παραγωγής, στις λίγες που υπάρχουν, η οποία θα πιστέψει την ιδέα σου και θα την αναλάβει. Σε κάθε περίπτωση όσο αντικαλλιτεχνικό κι αν ακούγεται, άλλο τόσο απαραίτητο είναι πλέον να ασχολείσαι με εξωπαραστασιακές δουλειές για να επιβιώσεις.
Ποιο πιστεύεις πως είναι το μυστικό της επιτυχίας μιας παράστασης; Αν υπάρχει ένα μυστικό, είναι να μαζευτούν συνεργάτες που σέβονται ο ένας τον άλλο, που αγαπούν τη δουλειά τους, που έχουν ένα κοινό όραμα. Αν υπάρχει ένα μυστικό είναι να υπάρχει εμπιστοσύνη ανάμεσα στους ηθοποιούς και το σκηνοθέτη, να έχει φτιαχτεί ένα κλίμα δημιουργίας στις πρόβες. Αν υπάρχει ένα μυστικό είναι να υπάρχει μια παραγωγή που να εμπιστεύεται το προϊόν της. Αν υπάρχει ένα μυστικό αυτό είναι να ξέρεις πως επιτυχημένη δεν είναι μόνο μια παράσταση που θα κόψει πολλά εισιτήρια, αλλά κυρίως μια παράσταση που στο τέλος θα νιώθεις περήφανος που ήσουν κομμάτι της.
Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον; Οι «Περσινές Βροχές», ο μονόλογος που έγραψα και σκηνοθέτησα και έχω τη χαρά να παίζει η Δώρα Παρδάλη, συμφοιτήτριά μου στη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης κι υπέροχη ηθοποιός, έκανε πρεμιέρα πριν από δυο βδομάδες στο Blackbox του Θεάτρου 104 και θα συνεχίζεται μέχρι το τέλος Νοεμβρίου κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 21:00, ελπίζοντας να συνεχίσει την καλή του πορεία. Σε λίγες μέρες ξεκινάω πρόβες για το επόμενο έργο μου, το «Μη Χορέψεις», που από τα μέσα Ιανουαρίου θα ανέβει στο «Bios» και στο οποίο εκτός από το κείμενο και τη σκηνοθεσία, έχω αναλάβει και τον αντρικό ρόλο. Ενώ το Μάιο, έχω κληθεί να σκηνοθετήσω ένα από τα πιο δύσκολα έργα του Μαρκήσιου Ντε Σαντ, τη «Φιλοσοφία στο Μπουντουάρ» για το «Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης», σε μια εξαιρετική διασκευή του συγγραφέα Ηρακλή Λογοθέτη ειδικά γραμμένο για το διαμορφωμένο χώρο του Γκαράζ του Ιδρύματος. Και σε ένα πιο φιλοσοφικό κι ίσως σημαντικότερο επίπεδο, να γνωρίσω και να συνεργαστώ με ανθρώπους που αγαπούν τη δουλειά τους και να δημιουργήσω πράγματα που με περηφάνια θα λέω πως με εκφράζουν.
|