ΠΕΡΣΕΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Πέρσες του Αισχύλου Σπάνιες οι στιγμές που ζήσαμε βράδυ Σαββάτου στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων. Σπάνιες οι φορές που το κοίλο εν μέσω δρώμενων χειροκροτούσε ενθουσιασμένο κι επευφημούσε παράσταση, κατ’ επανάληψη. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, ο σκηνοθέτης Άρης Μπινιάρης και ο Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου κατάφεραν να ζωντανέψουν παλιές μνήμες, όταν ονόματα – κολοσσοί σαν του Κουν, του Κωτσόπουλου, της Συνοδινού, του Ευαγγελάτου, του Κατράκη ξεσήκωναν θεατές και χάριζαν ευδαιμονία στον αρχαιολογικό χώρο σε μια αμφίδρομη επικοινωνία, μια σχέση ευλάβειας και κατάνυξης λειτουργού – κοινωνού, που κράτησε ο χρόνος στο θυμικό παλιών θεατών και η ιστορία στα κιτάπια της. Δεν είναι υπερβολές. Είναι μια πραγματικότητα που την επιβεβαίωσε το πολύστομο «μπράβο» στον χαιρετισμό. Ανατριχιαστική σκηνή π’ αγκάλιασε και τις δυο πλευρές. Η συγκίνηση έκδηλη στην ορχήστρα και τα χειροκροτήματα του κοινού, ως πέρα στον ανοικτό ορίζοντα, ως στους πρόποδες του Παγγαίου όρους. Ομολογώ πως είχα χρόνια να βιώσω τόσο έντονα όλο αυτό το τελετουργικό και με τέτοιο δέος. Έναρξη, επεισόδια, φινάλε. Ο σκηνοθέτης ΄Αρης Μπινιάρης, νέος άνθρωπος με ρηξικέλευθες ματιές στις σκηνοθεσίες του, καλλιτέχνης που ζυμώθηκε στο σανίδι απ’ τα παιδικά του χρόνια ακολουθώντας τον πατέρα του Γιώργο Μπινιάρη, παιδί που «σπούδασε» το θέατρο δρόμου από δική του επιλογή (ξυλοπόδαρα, ζογκλερική και fire juggling, υποκριτική στο δημόσιο χώρο) και εντρύφησε ταυτόχρονα στη μουσική, που ,όχι μόνο δεν έπαψε να ορίζει την ποιότητα της σχέσης του με την τέχνη, αλλά αναδείχθηκε σε καταλυτικής σημασίας υλικό για τις παραστάσεις του. Μέχρι και σήμερα καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που «ακούει» το θέατρο. Δηλώνει ο ίδιος ότι «η παράσταση «Πέρσες» του Αισχύλου, αποτελεί ένα ταυτόχρονα θεατρικό και μουσικό γεγονός και προτείνει μια ζωντανή σύνθεση ποιητικού λόγου, μουσικής και θεατρικής δράσης. Απελευθερώνει την ουσία του αισχυλικού έργου και οδηγεί τον θεατή στην κατανόηση του πανανθρώπινου χαρακτήρα του αρχαίου δράματος. Οι ηθοποιοί προσεγγίζουν τα νοήματα, τους ρυθμούς και τους ήχους του ποιητικού κειμένου, με τη μουσικότητα ως όχημα για την αναπαράσταση και τη μεταμόρφωση. Όλοι οι βασικοί χαρακτήρες, όπως και ο Χορός, ερμηνεύονται αποκαλύπτοντας τη μουσική υφή του έργου. Χρησιμοποιώντας μια τέτοια απλή σύνθεση η παράσταση εκδηλώνεται μέσα από βασικά επίπεδα- δράση, λέξη, τραγούδισμα, χορός- κατακτώντας μια απλότητα, επαρκή για να αποκαλύψει τις αδιάκοπες δονήσεις του αρχαίου ελληνικού δράματος και την απήχησή του στο σημερινό κόσμο». Και επαληθεύτηκε απόλυτα. Όλα κύλησαν όπως τα κατέθεσε κι αφομοιώθηκαν άμεσα από ένα ετερόκλιτο κοινό που άνοιξε το λυσάρι του Μπινιάρη και του μεταφραστή Παναγιώτη Μουλλά κι αντιλήφθηκε έγκαιρα, ότι στους «Πέρσες» ο Αισχύλος μας επιτρέπει να διακρίνουμε αρκετά καθαρά τα σταθερά περιγράμματα των δικών του ηθικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων, το υπόγειο θεολογικό και ηθικό ρεύμα της εποχής του, στο οποίο καθορίζεται η έννοια της αμαρτίας, της ύβρης, της ενοχής, της βίας που συνεπάγεται ο κύκλος του αίματος, του θεϊκού «δίκαιου δόλου» που οδηγεί τον υβριστή και τον ένοχο στην καταστροφή και στην εκπλήρωση του τραγικού πεπρωμένου του. Ακόμη, μέσα απ’ αυτή της μικρής- σχετικά- διάρκειας παράσταση, κατανοήσαμε ότι ο Αισχύλος δεν αποδίδει ,απλά, τιμή στους νικητές παρουσιάζοντας λεπτομερειακά τον θρήνο του αντιπάλου των Ελλήνων. Εξετάζει τα αίτια που οδήγησαν στο αποτέλεσμα, εκφράζοντας ένα διαχρονικό προβληματισμό, που αφορά, κυρίως, στην ετερότητα και προειδοποιεί για τον κίνδυνο που επιφέρει η υποτίμηση του «άλλου», η έπαρση, η φιλοδοξία και η αλαζονεία της εξουσίας. Η σχέση του Ξέρξη με τον Χορό είναι η περιπλοκότερη στο δράμα και ως εκ τούτου, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, η πλέον θεμελιώδης και διαφωτιστική. Κατ’ αρχάς πρόκειται για τη μοναδική σχέση που διαμορφώνεται τόσο εκ του μακρόθεν όσο και εκ του συστάδην. Η αλληλεπίδραση Ξέρξη και Χορού αναδεικνύει σε μεγάλο βαθμό τη σημασία του πολιτικού και πολιτειακού στοιχείου για την ορθή ερμηνεία του δράματος: τη φύση της περσικής αυτοκρατορίας ως μοναρχία βάναυσης, ισοπεδωτικής και, ως εκ τούτου, ισοπεδωμένης. Η παράσταση Σκηνικά εξόχως υψηλής αισθητικής. Ανάκτορο –έργο σύγχρονης τέχνης στη μέση της πλατείας των Σουσών, η δε πλατεία, συμμετρικά διακοσμημένη. Κρουστά, ατμοσφαιρικοί φωτισμοί, είσοδος χορού με τραγούδι, ήχοι ανατολής από ένα έγχορδο όργανο και τη μουσική - μετρική διδασκαλία να συγχρωτίζουν στην ορχήστρα έναν καλά σπουδαγμένο χορό που, σκηνοθετική αδεία, δεν ήταν οι γέροντες των Περσών, όπως ήθελε ο Αισχύλος, αλλά νεότατοι, στιβαροί άνδρες που επιδίδονταν δυναμικά και αδιάκοπα σε συγχρονισμένα βήματα και κινήσεις, ακολουθώντας το αρχέτυπο των Περσικών πολεμικών χορών. Το δομικό «σχήμα» των Περσών εδράζεται σε μια αλληλουχία τριών «στάσεων»: Φόβος-πάθος- θρήνος. Οι τρεις στάσεις ενώθηκαν σε μια και μόνη. Έξοχο σκηνοθετικό εύρημα και διότι αποδόθηκε εξαιρετικά από το σύνολο των ανδρών και την σπουδαία Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και διότι δε μεγέθυνε το έργο, άρα δεν κούρασε τους θεατές. Στη «στάση» του Φόβου πρωταγωνίστησαν ο Χορός και η Βασίλισσα, μια ομάδα, δηλαδή, παροπλισμένων πολιτών και μια γυναίκα κατά τα φαινόμενα δυναμική, λόγω θέσης, πλην ανίσχυρη ενώπιον των γεγονότων. Η Καραμπέτη με άριστη τεχνική ερμήνευσε δυναμικά αλλά γήινα την ΄Ατοσσα, κι ο σπαραγμός της αποδόθηκε μ’ ένα ακόμη ευφυές σκηνοθετικό εύρημα. Τον δερβίσικο χορό. Οι Μεβλεβίτες δερβίσηδες της Ανατολής , με το στροβίλισμά τους «εγκατέλειπαν τα εγκόσμια», πρεσβεύοντας ότι το ανθρώπινο πεπρωμένο εξαρτάται από την ανεξιχνίαστη θέληση του Θεού. Η ΄Ατοσσα εκεί ήθελε ν΄ αποδώσει την αιτία της καταστροφής με τον συμβολικό της χορό, τον οποίο εκτέλεσε άψογα και δίκαια χειροκροτήθηκε θερμά από το κοινό. Στη «στάση» του Πάθους κυριαρχεί ένας καταρρακωμένος Άγγελος, ο οποίος δεν προσφέρει μόνο γεγονότα, αλλά και ερμηνείες, κοσμικές και υπερκόσμιες. Ο Χάρης Χαραλάμπους, αν και υπερβολικός, συγκίνησε τους θεατές και του χάρισαν άφθονο χειροκρότημα. Η σημασία ,όμως , της ηθικής και πολιτικής υπεροχής των Ελλήνων, καθώς και η ύβρις του Ξέρξη προκρίνονται ως οι κύριες αιτίες της συντριβής, σε αντίθεση με τη σκηνή του Δαρείου που ακολουθεί και όπου δεσπόζει, κυρίως, η θεολογική ερμηνεία των πραγμάτων. Ο Νίκος Ψαρράς εμφανίστηκε με λευκή φορεσιά του κάτω κόσμου, με χρυσό βασιλικό στίγμα στο πρόσωπο κι εντυπωσίασε με την ηθελημένα επιτηδευμένη, μα στιβαρή του ερμηνεία.Ο Δαρείος και ο Άγγελος είναι οι μορφές που γεγονοτολογούν. Ο μεν Άγγελος αναφέρεται στο παρελθόν (στα γενόμενα), ο δε Δαρείος κυρίως στο μέλλον (στα γενησόμενα). Ο μεν Άγγελος προβάλλει κυρίως κοσμικές ερμηνείες των γεγονότων, ο δε Δαρείος κυρίως θεολογικές. Και οι δύο διαθέτουν απρόσβλητο κύρος και το εισπράξαμε. Στο τελευταίο τμήμα του δράματος κυριαρχεί ο Ξέρξης. Στο πρόσωπο του Βασιλιά ο Αισχύλος καταφέρνει να σκιαγραφήσει ένα πολυσχιδή τραγικό ήρωα, του οποίου οι πράξεις αποδίδονται σε περίπλοκα κίνητρα. Ο Ξέρξης των Περσών, ταυτόχρονα, είναι βαθιά ανθρώπινος αλλά και αρκετά υπεράνω του ανθρώπινου μέτρου, ώστε ν’ αποτελεί την κύρια δύναμη, η οποία ανάγει την ιστορία σε Μύθο και , βέβαια, σε Τραγωδία. Εξαιρετικός ο Αντώνης Μυριαγκός στον ομώνυμο ρόλο. Τα κοστούμια μέσα στο πλαίσιο της σύγχρονης ματιάς. Διαχρονικά μεν, ενδιαφέροντα δε. Θα πρέπει να ευχαριστήσουμε το Φεστιβάλ Φιλίππων που ενέταξε τη συγκεκριμένη παράσταση το πρόγραμμά του. Ήταν ένα πολύτιμο δώρο στους θεατές. Μετάφραση: Παναγιώτης Μουλλάς Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Χάρης Χαραλάμπους, Νίκος Ψαρράς, Αντώνης Μυριαγκός Χορός: Ηλίας Ανδρέου, Πέτρος Γιωρκάτζης, Γιώργος Ευαγόρου, Μάριος Κωνσταντίνου, Παναγιώτης Λάρκου, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Μίνως, Άρης Μπινιάρης, Γιώργος Ονησιφόρου, Ονησίφορος Ονησιφόρου, Στέφανος Πίττας, Κωνσταντίνος Σεβδαλής – Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου – Υπαίθριο Θέατρο Ε.Η.Μ. (Θέατρο Φρόντζου), Ιωάννινα – Αρχαίο Θέατρο Δίου, Κατερίνη – Θέατρο Δάσους, Θεσσαλονίκη – Ωδείο Ηρώδου Αττικού Τιμές εισιτηρίων Ζώνη VIP: 31,5€ – 35€ Ηλεκτρονική προπώληση: tickets.greekfestival.gr |