ΧΟΗΦΟΡΟΙ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Χοηφόροι του Αισχύλου Το 61ο Φεστιβάλ Φιλίππων παρουσίασε το περασμένο Σαββατόβραδο μια εξαιρετική δουλειά της Αργυρώς Χιώτη , πάνω στο δεύτερο μέρος της τριλογίας του Αισχύλου «Ορέστεια» , τις «Χοηφόρες», με την ομάδα VASISTAS. Πρόκειται για συμπαραγωγή Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου – ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας – Φεστιβάλ Φιλίππων κι όσοι επιλέξαμε να χαρίσουμε την έξοδό μας στο δικό μας Φεστιβάλ, σταθήκαμε τυχεροί, επειδή η συγκεκριμένη παράσταση αποτελεί καινοτόμο βλέμμα στο αρχαίο δράμα, ιδιαίτερη σκηνοθετική προσέγγιση- άποψη, ενδιαφέρουσα πρόταση αναπαράστασης χορικών και καθολική ικανοποίηση του κοίλου, εφόσον σε μια ώρα οι θεατές εισέπραξαν στο έπακρον την πεμπτουσία της Αισχύλειας τραγωδίας: βλέπω – κοινωνώ – συμμετέχω - συναινώ . Το έργο αφηγείται τον φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αίγισθου απ’ τον Ορέστη. Ο βασιλικός γόνος των Ατρειδών, συνοδευόμενος απ’ τον πιστό του φίλο Πυλάδη, επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άργος, για να θρηνήσει στον τάφο του πατέρα του. Όταν εμφανίζεται ο χορός των Χοηφόρων ακολουθούμενος από την αδελφή του Ηλέκτρα, αυτός κρύβεται και, αφού παρακολουθήσει τις σπονδές, αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Αμέσως θέτει σε εφαρμογή το σχέδιό του, έχοντας τη συμπαράσταση της αδελφής του και του χορού. Στη συνέχεια, ζητά φιλοξενία στο ανάκτορο του πατέρα του προσποιούμενος τον ξένο και αναγγέλλει, αρχικά, τον δήθεν θάνατο του Ορέστη. Η δράση κατόπιν εξελίσσεται καταιγιστικά. Ορέστης και Πυλάδης ,με την κάλυψη της Ηλέκτρας, προφασίζονται ότι φέρνουν τις στάχτες του νεκρού στη μητέρα του. Η Κλυταιμνήστρα υποδέχεται τον Ορέστη και τότε εκείνος, αφού φανερώνεται, την εκτελεί, όπως και τον εραστή και συνένοχό της Αίγισθο. Από τους 1076 στίχους του έργου, οι μισοί σχεδόν είναι εξολοκλήρου επανάληψη, επιβεβαίωση, όξυνση, διεύρυνση και επεξεργασία του ίδιου πάθους. Το έργο λοιπόν είναι κυρίως, έμμονο και οι Χοηφόρες είναι εμμανείς μέχρι τα άκρα. Στον Αγαμέμνονα αυτό το έμμονο εκφράζεται με το πλήθος των συσσωρευμένων προγονικών δεινών και τη «βουβή» σχεδόν προετοιμασία και έκρηξη της Κλυταιμνήστρας. Εδώ εκφράζεται με τη συνεχή παράθεση επαναληπτικών φορτίσεων για το ίδιο θέμα: κατάρες όταν φτάνει ο Χορός για χοές, κατάρες όταν τις κάνει η Ηλέκτρα , αλλά κι όταν αναγνωρίζονται τα αδέλφια και μετά, διαδοχικά, απ’ τους τρεις. Ξανά κατάρες με επίκληση στον Αγαμέμνονα να τις στέρξει κι ύστερα αγαλλίαση απ’ τον Χορό, όταν ο Ορέστης λέει το σχέδιο. Συνεχίζεται αυτή η τακτική, όταν η τροφός πάει να φωνάξει τον Αίγισθο . Ακολουθεί θρίαμβος, επειδή οι κατάρες έπιασαν . Ανάμεσα, αναφορά στο Δεινό και επίκληση της Δίκης. Όλη αυτή η δόμηση επεξεργάστηκε με τόλμη και φαντασία από την Αργυρώ Χιώτη κι αποδόθηκε από την ομάδα, τόσο αριστοτεχνικά, με σώμα και στόμα. Πολλή δουλειά, ισορροπία φυσικών δυνάμεων, ευφάνταστη χρήση μουσικών οργάνων σε όλη τη διάρκεια, έγχορδων και κρουστών, σα φυσική υποστήριξη της πράξης τιμής και δικαίωσης, επειδή το διπλό φονικό στην περίπτωση δεν ήταν επαίσχυντη, μιαρή πράξη, αλλά σύμφωνα με τις ηθικές αξίες των αρχαίων, δίκαιη τιμωρία. Η εύστοχη μετάφραση του Θανάση Βαλτινού, μοιράστηκε σε όλα τα στόματα με την Ηλέκτρα και τον Ορέστη να ξεχωρίζουν, αλλά έφτασε στ’ αυτιά μας μέσα από την έξοχη πρωτότυπη μουσική του Jan Van de Engel, τη χορωδιακή αφήγηση και την αδιάκοπη μεν, συντονισμένη δε, κίνηση των ηθοποιών. Οι «Χοηφόρες» του Αισχύλου έχουν θεατρική αυτοτέλεια, αλλά η ανάλυσή τους προϋποθέτει τη γνώση της ένταξής τους στην ευρύτερη τριλογία της «Ορέστειας», ιδιαίτερα του πρώτου μέρους, δηλαδή του «Αγαμέμνονα», με το οποίο έχει έκδηλες ομοιότητες αφού και τα δύο έργα αρχίζουν με μια επιστροφή και τελειώνουν με δύο φόνους. Είναι βέβαιο ότι μελετήθηκε σε βάθος η τριλογία, αποκολλήθηκε το δεύτερο μέρος, αυτονομήθηκε από την Αργυρώ Χιώτη , η οποία γράφει στο σημείωμά της: «πρόκειται για το κορυφαίο θρηνητικό τραγούδι της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Ένα προμελετημένο έγκλημα, που στήνεται επί σκηνής με συνενόχους τους θεατές. Επικεντρώνοντας στον χορό του έργου –την παντοδύναμη αυτή φωνή, που βρίσκεται συνεχώς παρούσα επί σκηνής, κινεί τα νήματα και οπλίζει το χέρι για τον φόνο–, η ομάδα VASISTAS προσεγγίζει το έργο ως μια βαθιά σύγκρουση των ενστίκτων του ανθρώπου με την κοινωνική του υπόσταση. Ο χορός είναι η συλλογική φωνή που παρατηρεί, κατευθύνει και, τελικά, εξουσιάζει τα πάντα. Είναι η κοινωνική επιταγή, που κατά διαστήματα παίρνει τον πρώτο λόγο και ορίζει αυτόνομα τον ρου της ιστορίας. Τα δύο βασικά πρόσωπα του έργου, οι δύο θύτες, ο Ορέστης και η Ηλέκτρα, μοιάζει να είναι δύο όργανα που δεν έχουν σχεδόν καθόλου δικαίωμα επιλογής. Κουβαλούν στις πλάτες τους το βάρος του παρελθόντος, υποχρεωμένοι να το ακολουθήσουν. Οποιαδήποτε άλλη επιλογή φαίνεται αδύνατη. Το μέλλον τους είναι αναπόδραστα συνυφασμένο με την πράξη του φόνου». Από τη θεωρία πέρασαν στην πράξη η ομάδα και η ίδια η σκηνοθέτις, ως μέλος, μ’ έναν πραγματικά αξιοθαύμαστο κι ευρηματικό τρόπο. Από την είσοδο στην ορχήστρα με εικαστική εικόνα (φωτισμένος ορίζοντας ως τον κάμπο των Φιλίππων), βάδισμα -ιεροτελεστία - σε ευθεία γραμμή και ταυτόχρονα κτύποι από ξύλινα κρόταλα του χορού, «έδεσαν» τους θεατές στο «άρμα Θέσπιδος » και τους κατέστησαν συναινούντες στη δράση, ως το τέλος. Αξιέπαινοι όλοι οι ηθοποιοί, ιδιαίτερη αναφορά στην Εύη Σαουλίδου και για την ερμηνεία της ως Ηλέκτρα και διότι ως Καβαλιώτισσα τιμά τον τόπο της με το βραβευμένο ταλέντο της, τις επιλογές της και την αξία της, παρά το νεαρό της ηλικίας της. Έπαινοι στη διδασκαλία μουσικών οργάνων, στην εκτέλεση άψογης χορογραφίας - κίνησης, στα πολύ άμορφα κι ιδιαίτερα κοστούμια, στους εξαίσιους, ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Τάσου Παλαιορούτα, στον συγχρονισμό ένδεκα ανθρώπων στην ορχήστρα και στην εμφανώς δουλεμένη σύζευξη λόγου και κίνησης ταυτόχρονα. Επί της ουσίας, τη μητροκτονία του Ορέστη που, σαν πράξη, στηρίζει το ηθικό πρόβλημα της τριλογίας του Αισχύλου «Ορέστεια», είδαμε στην πρώτη θεατρική παράσταση του φετινού Φεστιβάλ Φιλίππων, μια και ο «κακός» μας ο καιρός δεν επέτρεψε να κυλήσει ομαλά το πρόγραμμα.
Σκηνοθεσία: Αργυρώ Χιώτη Παίζουν: Εύη Σαουλίδου, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Αινείας Τσαμάτης, Αντώνης Αντωνόπουλος, Φιντέλ Ταλαμπούκας, Ματίνα Περγιουδάκη, Γιάννης Κλίνης, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη, Ελένη Βεργέτη, Δημήτρης Κοντός, Αργυρώ Χιώτη * Η παράσταση έκανε πρεμιέρα στις 6 και 7 Ιουλίου 2018 στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2018 |